Ο Χρήστος Τσαγανέας ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Γεννήθηκε στη Βράιλα της Ρουμανίας στις 2 Ιουλίου του 1906 από εύπορους γονείς. Εκεί τελείωσε το ελληνικό γυμνάσιο και το 1923 ο πατέρας του τον έστειλε στην Ελλάδα για ανώτερες σπουδές. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ο μεγάλος του έρωτας ήταν το θέατρο. Δεν δίστασε να έλθει σε ρήξη με τον εύπορο πατέρα του, όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Νομική, αφού γνώρισε τη μεγαλύτερή του ηθοποιό Νίτσα Βιτσώρη και αναπτύχθηκε μεγάλος έρωτας μεταξύ τους, και να βγει στο θέατρο για χάρη της. Στη συνέχεια κι αφου η Βιτσώρη (Νίτσα Τσαγανέα) χώρισε με τον σύζυγό της, παντρεύτηκαν. Αργότερα, ο Τσαγανέας σπούδασε στην επαγγελματική Σχολή Θεάτρου των Αθηνών.
Για πολύ καιρό αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και ζούσε σ’ ένα μικρό πλοιάριο στο λιμάνι του Πειραιά. Για τον επιούσιο βρέθηκε να παίζει διάφορους ρόλους σε θιάσους-μπουλούκια.
Λίγα τα θέατρα, λίγες οι θεατρικές πιάτσες, πολλοί οι ασκούντες το επάγγελμα
όπως έλεγε.
Στο θέατρο ξεκίνησε το 1929 με το αποδιδόμενο στον Βιτσέντζο Κορνάρο θρησκευτικό δράμα Η Θυσία του Αβραάμ, όπου ξεδίπλωσε το υποκριτικό του ταλέντο κι έγινε γνωστός στη θεατρική πιάτσα. Για τριάντα χρόνια συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους αθηναϊκούς θιάσους, παίζοντας κυρίως σε κλασικά έργα, ενώ τη δεκαετία του ‘60 στράφηκε στην κωμωδία, συνεργαζόμενος με τον Μίμη Φωτόπουλο. Για αρκετά χρόνια υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές του Εθνικού Θεάτρου, σε σημαντικούς ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου.
Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ο θίασος της Κατερίνας, του οποίου ο Τσαγανέας ήταν βασικό στέλεχος. από θίασος πρόζας έγινε επιθεωρησιακός και ανέβασε την πρώτη πολεμική σατυρική επιθεώρηση των Γιαλαμά – Οικονομίδη – Θίσβιου Πολεμικές Καντρίλιες. Στην περίοδο της Κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ Καλλιτεχνών και προσέφερε τις υπηρεσίες του ως καλλιτέχνης και ως πατριώτης. Μετά την απελευθέρωση πρωταγωνίστησε στη δημιουργία του θιάσου Ενωμένοι Καλλιτέχνες, μαζί τους Αιμίλιο Βεάκη, Αντώνη Γιαννίδη, Θόδωρο Μορίδη, Γιώργο Παππά, Γιώργο Σεβαστίκογλου και Τζόλυ Γαρμπή, που υπηρετούσε το λαϊκό θέατρο.
Την πρώτη του κινηματογραφική συμμετοχή την πραγματοποίησε το 1933 στην ταινία Ο Κακός Δρόμος, ενώ καθιερώθηκε με την ταινία Οι Γερμανοί Ξανάρχονται, πλάι στον Βασίλη Λογοθετίδη, που ερμήνευσε τον τρόφιμο του τρελοκομείου που μέσα στη δίνη του εμφυλίου πολέμου φώναζε την αλησμόνητη φράση “Άνθρωποι, Άνθρωποι, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός”, αναφερόμενος στον εμφύλιο πόλεμο.
Το αριστοκρατικό του παρουσιαστικό οδηγούσε τους παραγωγούς και σκηνοθέτες να του αναθέτουν ρόλους είτε αξιοπρεπούς κυρίου της «καλής κοινωνίας», είτε σνομπ πλουσίου ανθρώπου.
Συνολικά γύρισε 72 ταινίες, κωμωδίες, κομεντί, και δράματα, όπως: Ο άνεμος του μίσους, Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο, Μια ζωή την έχουμε, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Έγκλημα στα παρασκήνια, Ο Θεόδωρος και το δίκαννο, Κάτι να καίει, Ο φίλος μου ο Λευτεράκης, Χωρίσαμε ένα δειλινό, Η αρτίστα, Ο σατράπης, Το πιο λαμπρό αστέρι, Δημήτρη μου… Δημήτρη μου, Ο Ρωμιός έχει φιλότιμο, Επιχείρησις Απόλλων, Οι άντρες δεν λυγίζουν ποτέ, Ο ακτύπητος χτυπήθηκε, Κρεβατομουρμούρα, Κάθε ναυάγιο και μια κόλαση, Ένα αγόρι αλλιώτικο απ’ τα άλλα. κ.α.. Τιμήθηκε από την πολιτεία με το Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου του Α’.
Πέθανε στην Αθήνα, ανήμερα των εβδομηκοστών γενεθλίων του, στις 2 Ιουλίου του 1976.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας παρέχουμε την καλύτερη εμπειρία πλοήγησης και χρήσης του website μας. Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε το website, συναινείτε στη λήψη cookies σε όλες τις σελίδες του. [EN: We use cookies to ensure that we give you the best experience on our website. If you continue to use this site you agree to receive these cookies.]ΕΝΤΑΞΕΙ - ΟΚ